Είναι περίεργο. Όλες μου οι κούκλες στέκονται χαμογελαστές στη σειρά, όπως τις είχα αφήσει την τελευταία φορά που έπαιξα μαζί τους. Μα τώρα, ούτε τα χέρια μου δεν είναι ίδια για να τις κρατήσω με τον ίδιο τρόπο. Έχουν μεγαλώσει. Είναι πια πιότερο προσεκτικά και συγκρατημένα. Νιώθουν το περίγραμμα των αντικειμένων φοβισμένα, λες και έχουν πληγωθεί πολλές φορές σε αυθόρμητες αναζητήσεις. Και έχουν πληγωθεί. Πολλές φορές. Σε αυθόρμητες αναζητήσεις. Μα δεν είναι λόγος αυτός για να τα παρατούν, σκέφτομαι. Δεν είναι λόγος για να γίνονται απρόσωπα και βαρετά. Θέλω αμέσως τώρα να διατάξω αυτά τα ανυπάκουα άκρα να παίξουν ξανά μ' αυτές τις πάνινες ηρωίδες της παιδικής μου ηλικίας. Ξανά. Ελεύθερα. Για να γίνει, όμως, αυτό πρέπει να συμμετέχει όλο το σώμα. Και το μυαλό, μην το ξεχάσω. Μα είναι δύσκολο να παρασύρεις δύο απλοϊκά χέρια σε παιχνίδια, πόσο μάλλον ολόκληρη ανθρώπινη υπόσταση.Όχι. Γι' αυτό και θα κάτσω εδώ. Να κοιτάω τις κούκλες μου. Γιατί από ένα σημείο και μετά μπορώ μονάχα να αντιγράφω ανώδυνα από τις αυθεντικές παιδικές μου αναμνήσεις.