photo by Carol von Canon |
Το ζευγάρι καθόταν στο συνηθισμένο του τραπέζι δίπλα στο τζάκι. Το μόνο που ακουγόταν
ήταν το κροτάλισμα των σερβίτσιων και το χτύπημα από τις μασέλες τους καθώς
καταβρόχθιζαν ό,τι είχαν μπροστά τους. Οι δυο τους έρχονταν χρόνια εδώ,
χαρίζοντας στο μαγαζί λογαριασμούς όσο πέντε τραπέζια. Έτρωγαν και μεγάλωναν,
σε πλάτος και βάθος τουλάχιστον. Με τον καιρό είχαν μάθει να μετατρέπουν κάθε ανάγκη
σε λαιμαργία. (Δεν τους έχουμε δει ποτέ
να κοιτιούνται στα μάτια, παρά μόνο κατά λάθος. Είναι λογικό, λοιπόν, να υποθέσουμε πως
τυχόν υπαρξιακές ή άλλου πιο mainstream τύπου ανησυχίες,
κατρακυλούσαν αμέσως στο μεταξύ τους χάσμα για να χαθούν για πάντα.) Έτσι,
το φαγητό προσγειωνόταν ασταμάτητα στα υπερτροφικά τους στομάχια για να γεμίσει
ένα κενό που έμενε πάντοτε εκπληκτικά άδειο.
Σήμερα, η παραγγελία ήταν ιδιαίτερα παχυλή. Το ζευγάρι γιόρταζε την τεσσαρακοστή πέμπτη
επέτειό του με το εστιατόριο. Η βραδιά ήταν γεμάτη συγκίνηση, κάτι το έκδηλο
καθώς ανάμεσα στα μασουλήματα και τις βιαστικές γουλιές κρασιού, ο κύριος και η
κυρία εναλλάξ κοιτούσαν όλο χαμόγελα τους υπόλοιπους θαμώνες και τους
σερβιτόρους. Δεν μπορούμε, βέβαια, να είμαστε σίγουροι πως οι εκφράσεις τους
αυτές δεν αποτελούσαν απλά μια προσπάθεια να ξεκολλήσουν τα υπολείμματα χορταρικών, κρεατικών και λοιπών από τα
δόντια τους.
Ξαφνικά, ο σύζυγος άρχισε να αγκομαχά καταρρέοντας πάνω στο
ψητό γουρουνόπουλο. Η καρδιά του τον είχε προδώσει. Η σύζυγος δεν πτοήθηκε.
Συνεχίζοντας να μασουλάει (με χάρη), σήκωσε τα μάτια από το πιάτο της για να
βεβαιωθεί ότι κάποιος θα καλούσε ασθενοφόρο. Κι ενώ εκείνος παρέμενε
σωριασμένος στο τραπέζι, εκείνη αποτέλειωνε το αρνάκι φρικασέ μην παραλείποντας
να γλείψει τα δάχτυλά της.
Την επόμενη εβδομάδα
ήρθαν ξανά στην ώρα τους, όπως πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου